Ένα κεφάλι γεμάτο πουλιά - Α΄
Σχεδόν
από τη μέρα που γεννήθηκε, είχε ένα κεφάλι γεμάτο πουλιά. Αποδημητικά πουλιά με
φτερά πολύχρωμα. Ζούσε τον κόσμο ταξιδεύοντας πάνω τους. Τα μάτια του ήταν
γεμάτα θάλασσα. Πελώρια, γαλάζια θάλασσα. Άλλοτε τρικυμισμένη και σκοτεινή,
άλλοτε γαλήνια και τρυφερή. Τα χέρια του γίνονταν κλαδιά και τα μαλλιά του
φύλλα κάθε που ρίζωναν τα πόδια του στη γη. Μα σαν πέταγε η ψυχή του γύμνωνε ο
αγέρας το κορμί, το άσπρο του πουκάμισο στον ουρανό σαν σύννεφο ανέμιζε. Τούτη
η φυγή στους ουρανούς, πιο όμορφο τον έκανε να μοιάζει.
Χαμογέλαγε
σαν γέρος και σαν παιδί γελούσε. Τους μοναχικούς σκύλους αγάπαγε - τους
σκοτεινούς και τους θλιμμένους, τ’ άγρια τοπία, τα δέντρα τ’ απογυμνωμένα, τα
καράβια τ’ αδέσποτα, τους αετούς με τ’ άσπρα λουλούδια στο κεφάλι. Στις αγριοκερασιές και τους υάκινθους την ψίχα της ψυχής του
σεργιάνιζε. Πάλλευκη ήτανε η ψυχή του. Σαν άνθιζε μύριζε ο κόσμος γιασεμί.
Είχε ένα κεφάλι γεμάτο πουλιά, σας λέω. Μια
χίμαιρα η ζωή του, μια έκρηξη ηφαιστείου. Στους πρόποδές του ζούσαν φίδια πολλά, στο
στόμα του φωλιάζανε λιοντάρια. Στη γη των Υπερβορείων
να ταξιδέψει επόθησε όσο κανείς. Εκεί όπου ο ήλιος μονάχα μια φορά το χρόνο
ανατέλλει. Την ελαφίνα την Κερυνίτιδα, που πιο γρήγορα και από το βέλος
έτρεχε, μπροστά του ν’ αντικρίσει. Ταξίδι άγνωστο ετούτο και επικίνδυνο γιατί
τον αρκτικό τον κύκλο ελάχιστοι γνωρίσανε θνητοί, αυτοί μονάχα που μέσα τους το αίμα
των θεών κυλούσε. Τον απαγορευμένο δρόμο πήρε, με μια λαχτάρα για
ορίζοντες μακρινούς, για ένα ποτάμι που μιλά, για μιαν ελαφίνα
χρυσοκέρατη.
Δεν πέρασαν μέρες πολλές που γδαρμένο το κουφάρι
του το βρήκανε στο δάσος. Στο δάσος που κατέφευγαν τα πολύχρωμα πουλιά, σαν
στους δρόμους βγαίνανε οι κάργιες του θανάτου. Εκεί που παραμόνευαν οι ληστές.
Εκεί που τον παρέδωσαν στον όχλο. Στον όχλο που όποιον δεν του έμοιαζε, πολύ
βαθιά τον εμισούσε…
Όλοι
όσοι καλά τον γνώρισαν, την ίδια κουβέντα είχανε να πουν γι’ αυτόν: πως άνθρωπος
δεν ήτανε συνηθισμένος. Ήταν ένας ήλιος που κατά λάθος έπεσε στη γη, ένας
άντρας που ήξερε μονάχα ν’ αγαπάει. Ένας εραστής του
ακατόρθωτου ήτανε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου